γεροντομαθαίνω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γεροντομαθαίνω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

γεροντομαθαίνω Πελοπν. (Μεσσην.) Σίφν. γεροdομαθαίνω Ζάκ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ θέμ. γεροντο- καὶ τοῦ ρ. μαθαίνω.

Σημασιολογία

Μαθαίνω, ἀποκτῶ συνεθείας κατὰ τὸ γῆρας ἔνθ᾽ ἀν.: Παροι. Ποὺ τὰ γεροdομάθῃ δὲ dὰ γεροdαφίνει (αἱ γεροντικαὶ ἕξεις δὲν ἀποβάλλονται) Ζάκ. Ὅπου γεροντομάθῃ, ᾽ὲ γεροντομάθῃ δὲ γεροντοξεχνἀει (συνών. μὲ τὴν προηγουμ.) Μεσσην. Πβ. γερονταφίνω, γεροντοξεχνῶ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/