ἀχνογελῶ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀχνογελῶ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀχνογελῶ σύνηθ. ΓΒλαχογιάνν. Μεγάλ. χρόν. 58 ΚΠαλαμ. Φλογέρ. βασιλ.2 11.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιρρ. ἀχνὰ καὶ τοῦ ρ. γελῶ.

Σημασιολογία

Μειδιῶ: Δὲν ἔμεινε μάτι νὰ μὴ γλυκαθῇ καὶ χείλη νὰ μὴν ἀχνογελάσῃ ΓΒλαχογιάνν. ἔνθ' ἀν. || Ποίημ. Κιˬ ὅλο περνᾶν κιˬ ὅλο περνᾶν οἱ σκλαβωμένοι εμπρός του καὶ πότε ἀναστενάζουνε καὶ πότε ἀχνογελᾶνε ΚΠαλαμ ἔνθ’ ἀν.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/