βροχοπούλλι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

βροχοπούλλι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

βροχοπούλλι τό, Ἤπ. Θεσσ. Κάρπ. Κυκλ. Πελοπν. (Πάτρ.) –Λεξ. Βλαστ. 427 Πρω. Δημητρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. βροχὴ καὶ πουλλί.

Σημασιολογία

Τὸ πτηνὸν χαραδριὸς ὁ ὑέτιος (charadrius pluvialis) τοῦ γένους τῶν καλοβατικῶν ἢ καλοβαμόνων (grallatores) τῆς οἰκογενείας τῶν χαραδριιδῶν (charadriidae), ἐκ τῶν ἐκτοπιζόντων πτηνῶν, τοῦ ὁποίου ἡ φωνὴ πιστεύεται ὅτι προαγγέλλει ἐπικειμένην βροχὴν. Συνών. κιτρινοπούλλι.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/