ἁρμυρήθρα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἁρμυρήθρα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἁρμυρήθρα ἡ, Πελοπν. (Καλάβρυτ.) Σκίαθ. Τσακων.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. ἁρμύρα καὶ τῆς καταλ. -ήθρα.

Σημασιολογία

Τὰ ἑξῆς θαλασσόφιλα φυτὰ 1) Μηδικὴ ἡ παράλιος (Medicago marina) τῆς τάξεως τῶν ψυχανθῶν (papillionaceae) ἡ ἄλλως ἁρμυρήθρα τοῦ πελάγου. 2) Κρῆσσα ἡ κοινὴ (cressa Cretica.) τῆς τάξεως τῶν περιαλλοκαυλωδῶν (convulvaceae). Συνών. ἁρμύρα 7 γ. 3) Τὸ φυτὸν Θήσειον τὸ ταπεινὸν (Theseium humile) τῆς τὰξεως τῶν σανταλωδῶν (santalaceae). Συνών. ἀγριολινάρι 2α, ἁρμύρα 6. 4) Ἀτράφαξις ἡ ἅλιμος (atriplex halimus) τῆς τάξεως τῶν χηνοποδιωδῶν (chenopodiaceae). Συνών. ἁλιμεˬὰ 1, ἁρμυρεˬὰ 1, βρομόχορτο. Ἡ λ. καὶ ὡς τοπων. Στερελλ. (Αἰτωλ.)

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/