ἀχοχλάκιστος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀχοχλάκιστος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀχοχλάκιστος ἐπίθ. (Ι) ἀκοχλάκιστος Πόντ. (Τραπ. Χαλδ.) ἀχοχλάκιστος Χίος –Λεξ. Δημητρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ στερητ. ἀ- καὶ τοῦ ἐπιθ. χοχλακιστός.

Σημασιολογία

Ὁ μὴ κοχλάσας, ὁ μὴ ζέσας ἔνθ ἀν.: Νερὸ ἀχοχλάκιστο Χίος. Συνών. ἀχόχλαστος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/