γεσίμι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γεσίμι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
γεσίμι τό, ἀμάρτ. γέσ᾽ μι Ἤπ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ Τουρκ. yesim = ἴασπις. Βλ. Ε.Μπόγκ., Τουρκ. λέξεις, 19.
Σημασιολογία
Ὁ πολύτιμος λίθος ἴασπις.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA