ἁρπαξιˬὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἁρπαξιˬὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἁρπαξιˬὰ ἡ, Πελοπν. (Λακων. Μάν.)-ΚΠαλαμ. Δωδεκάλ. Γύφτ. 2 95 ἁρπαξία Ζάκ. ἁρπακχιˬὰ Πελοπν. (Μάν.)

Ετυμολογία

Εκ τοῦ ρ. ἁρπάζω. Διὰ τὸν τύπ. ἁρπακχιˬὰ πβ. ἀρμεκχεˬὰ παρὰ τὸ ἀρμεξεˬά.

Σημασιολογία

Ἀφαίρεσις ξένου πράγματος ἔνθ’ ἀν.: Ἔκανε μιˬὰ ἁρπαξιˬὰ σταφύλιˬα Λακων. Μαζώματα τῆς ἁρπαξιˬᾶς ΚΠαλαμ. ἔνθ’ ἀν. Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἁρπαγή.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/