γιˬαλαζᾶς

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γιˬαλαζᾶς

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

γιˬαλαζᾶς ὁ, ἀμάρτ γιλαζᾶς Μακεδ. (Βέρ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ Τουρκ. yalaza = φλόγα, λάμψις, τόπος φωτεινός.

Σημασιολογία

Λάμψις, φλόγα: Καπνὸς δὲ φά᾽κιν, ἀμὰ ἕνας γιλαζᾶς (ἀμὰ = παρά).

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/