ἁρπαχτοψωμᾶς
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἁρπαχτοψωμᾶς
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
ἁρπαχτοψωμᾶς ὁ, Ἀθῆν. (παλαιότ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἁρπάχτης καὶ τοῦ οὐσ. ψωμί.
Σημασιολογία
Ἄνθρωπος ἁρπάζων, κλέπτων ψωμί: Ξέρεις πῶς μὲ λέν ἐμένα; ἁρπαχτοψωμᾶ καὶ κοφτοδρόμη (ἐκ σατιρικοῦ διαλόγου παρὰ ΔΚαμπούρογλ. Μνημ. Ἱστορ. Ἀθην. 1,269).
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA