βυτίνι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βυτίνι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
βυτίνι τό, Θήρ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. βυτίνα.
Σημασιολογία
Πιθοειδὲς πήλινον δοχεῖον πρὸς συντήρησιν τροφίμων, ὡς βουτύρου. μέλιτος κττ. Ἡ λ. καὶ ὡς τοπων. ὑπὸ τὸν τύπ. Βυτίνι Μακεδ. ἐξ ἐγγράφου τοῦ ἔτους 1798.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA