γιˬαλινάγκαθο

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γιˬαλινάγκαθο

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

γιˬαλινάγκαθο τό, ἀμάρτ. γιˬαλινάgαθος ὁ, Θήρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἑπιθ. *γιαλινὸς καὶ τοῦ οὐσ. ἀγκάθι.

Σημασιολογία

Τὸ φυτὸν Ἀτρακτυλὶς ἡ λευκόκαυλος (Carthamus leucocaulus), τῆς οἰκογ. τῶν Συνθέτων (Compositae), ἡ «άγρία κνῆκος» πιθαν. τοῦ Θεοφρ (Φ. ἰστ. 6,4,5). Συνών. ἀδραχτάκι 2, ἀδράχτι 8, ἀδραχτίδα 1, ἀδραχτύλλι, ἀδραχτυλλιˬώνα, σταυράγκαθο.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/