Γιˬαννούλα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

Γιˬαννούλα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Κύριο Όνομα

Τυπολογία

Γιˬαννούλα ἡ, σύνηθ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ κυρ. ὀν. Γιˬάννης καὶ τῆς παραγωγ. καταλ -ούλα.

Σημασιολογία

1) Κύρ. ὄν. σύνηθ.: Παροιμ. φρ. Τς’ Γιˬαννούλας ἡ φ’λλάδα (ἐπὶ παλαιῶν καὶ ἐφθαρμένων βιβλίων· ἡ φρ. ἐκ τοιούτου βιβλίου, ἐκ τοῦ ὁποίου Γιαννούλα τις ἥντλει δῆθεν μαγικὰς ρήσεις) Μ. Ἀσία (Κυδων.) || Παροιμ. Ἡ Γιˬαννούλα μὲ φουστάνι | ὤ, τί σείσιμο ποὺ κάνει! (ἐπὶ πτωχοαλαζόνων) Κυκλ. Ἡ λ. καὶ ὡς τοπων. ὑπὸ τύπ Γιˬαννούλα Ἄνδρ. Κρήτ. (Βιάνν.) Τῆς Γιˬαννούλας ὁ Πεῦκος Μέγαρ. 2) Ὄν. αἰγὸς (ἐπειδὴ ἐγεννήθη τὴν 7ην Ἰανουαρίου, ἑορτὴν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ) Στερελλ. (Αἰτωλ. Φθιῶτ Φωκ.) 3) Εἰς τὴν συνθηματικὴν γλῶσσαν τῶν κτιστῶν, ἡ μάχαιρα Θεσσ. (Δρακότρ. κ.ἀ.)

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/