ἄψαλτα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἄψαλτα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἄψαλτα ἐπίρρ. Θρᾴκ (Ἀδριανούπ.) κ.ἀ. –Λεξ. Δημητρ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἄψαλτος.
Σημασιολογία
Χωρὶς ψαλμῳδίαν, χωρὶς ἐκκλησιαστικὴν τελετὴν καὶ μεταφ. ἀδόξως ἔνθ’ ἀν.: Φρ. Θὰ σὶ στείλου ἄψαλτα (θὰ σὲ ἀποπέμψω ἀδόξως) Ἀδριανούπ. Θὰ πάμε ἄψαλτα (θὰ νικηθῶμεν αἰσχρῶς) Λεξ. Δημητρ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA