ἀνεμοκυκλώνω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀνεμοκυκλώνω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀνεμοκυκλώνω Κρήτ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. ἄνεμος καὶ τοῦ ρ. κυκλώνω.
Σημασιολογία
Προξενῶ ὡς διὰ κυκλῶνος βιαίαν ταραχήν, ἐπὶ τοῦ ἀνέμου: ᾎσμ. ᾿Οψὲς ἀργὰ ἐφύσηξε βαρὺς βορεˬὰς καὶ νότος κιˬ ἀνεμοκύκλωσε τσ᾿ αὐλὲς κ᾽ ἐσφάλιξε τσοὶ πόρτες.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA