ἀνεμολόγι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀνεμολόγι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀνεμολόγι τό, Παξ. -Λεξ. Βλαστ. Δημητρ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. ἄνεμος καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ -λόγι, περὶ ἧς ἰδ. ΓΧατζιδ. ἐν Ἀθηνᾷ 22 (1910) 247 κἑξ.
Σημασιολογία
Ι) Τὸ ἐπὶ τοῦ κύκλου τῆς ναυτικῆς πυξίδος ἀκτινωτὸν διάγραμμα ἐξ ὀκτὼ διαιρέσεων καὶ εἰκοσιτέσσάρων ὑποδιαιρέσεων, διὰ τοῦ ὁποίου γινώσκεται ὁ πνέων ἄνεμος Λεξ. Βλαστ. Δημητρ. ΙΙ) Πληθ., ἐλαιόδενδρα μικροῦ λόγου ἄξια καὶ διεσπαρμένα ἐδῶ καὶ ἐκεῖ Παξ.: Ἔχομε κἄτι ἀνεμολόγιˬα ᾽ς τὰ σπαρτερά. Πβ. ἀνεμο-.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA