ἀνένωτος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀνένωτος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀνένωτος ἐπίθ. Ἄθ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ στερητ ἀ- καὶ τοῦ ἐπιθ. *ἑνωτὸς < ἐνώνω.
Σημασιολογία
Ὁ μὴ εὑρισκόμενος εἰς ἁρμονικὴν συμμετρίαν πρὸς ἄλλους, ἐπὶ χρωμάτων τῆς ζῳγραφικῆς: Χρῶμα ἀνένωτο.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA