ἀνέσοδη

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀνέσοδη

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θυληκό

Τυπολογία

ἀνέσοδη ἡ, Ἰόνιοι Νῆσ. (Κέρκ. κ. ἀ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. *ἀνέσοδος < ἀ- στερητ. καὶ ἔσοδο κατὰ παράλειψιν τοῦ οὐσ. χρονιˬά.

Σημασιολογία

Τὸ ἔτος τῆς μὴ παραγωγῆς τῆς γῆς, τῆς ἐλλείψεως ἐσοδείας: ᾿Εφέτος ἕχουμ᾽ ἀνέσοδη Κέρκ. Δυˬό σοδε͜ιὲς μᾶς τρώει ἠ ἀνέσοδη ᾽Ιόνιοι Νῆσ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/