ἀνθρωποκαμωμένος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀνθρωποκαμωμένος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀνθρωποκαμωμένος ἐπίθ. ΚΠαλαμ. Ἀσαλ. ζωὴ2 23 - Λεξ. Βερναρδ. 135β.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. ἄνθρωπος καὶ τοῦ καμωμένος μετοχ. τοῦ ρ. κάνω.
Σημασιολογία
Ὁ ὑπὸ χειρὸς ἀνθρώπου κατασκευασθεὶς ἔνθ’ ἀν.: Ἄγαλμα ἀνθρωποκαμωμένο ΚΠαλαμ ἔνθ᾽ ἀν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA