γιˬαπιτζῆς
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γιˬαπιτζῆς
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
γιˬαπιτζῆς ὁ, Ἴμβρ. Ἰων. (Πέργαμ. Σμύρν.) Κρήτ. - Λεξ. Βλαστ γιαπ-ιζ-ζῆς Τῆλ. γιˬαπουτζῆς Λυκ. (Λιβύσσ.) Σάμ. (Μαραθόκ.) γιˬαπ-ουτσῆς Μεγίστ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ Τουρκ. yapici = οἰκοδόμος.
Σημασιολογία
Κτίστης, οἰκοδόμος, ἔνθ’ ἀν.: Ἤχτισα μιὰ καμαρούλα κ’ οἱ γιˬαπιτζῆδες εἶναι μισοπλερωμένοι Ἰων. (Σμύρν.) Δὲν τὀ ’χτισε καλὰ τὸ ντουβαράκι εὐτὸς ὁ γιˬαπιτζῆς αὐτόθ. Ἡ λ. καὶ ὡς ἐπών. ὑπὸ τύπ. Γιˬαπιτζῆς Ἀθῆν. Κρήτ. (Χαν.) Μακεδ. (Θεσσαλον. Κατερίν.)
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA