ἁψιμαρεῖο
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἁψιμαρεῖο
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἁψιμαρεῖο τό, Πόντ. (Ὅφ.) ἁψομαρεῖο Πόντ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. ἅψιμο καὶ τῆς καταλ. -αρεῖο.
Σημασιολογία
1) Ἑστία ἔνθ᾽ ἀν. 2) Τὸ παρὰ τὴν ἑστίαν μέρος τῆς οἰκίας ἔνθ’ ἀν. Συνών. γωνιˬά, παρακαμίνι, παραστιˬά.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA