Βλαχούτσικο

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

Βλαχούτσικο

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

Βλαχούτσικο τό, ΜΛελέκ. Ἐπιδόρπ. 48.

Ετυμολογία

Ὑποκορ. τοῦ ἐθνικοῦ ὀν. Βλάχος διὰ τῆς καταλ. –ούτσικο, δι' ἣν ἰδ. -ούτσικος.

Σημασιολογία

Μικρός, νεαρὸς Βλάχος: ᾎσμ. Ὥς νὰ σελλώσ’ ὁ Κωσταντῆς, νὰ καλλιτέψ’ ᾽Αλέξις, καὶ τὸ μικρὸ Βλαχούτσικο καλλιτεμένο βρέθη Συνών. Βλαχούλλης. Τὸ ἀρσεν. Βλαχούτσικος ὡς ἐπών. Εὔβ. (Λίμν.).

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/