ἀντερόγκλεισι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀντερόγκλεισι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἀντερόγκλεισι ἡ, ἀdερόκλεισι Πελοπν. (Κάμπος Λακων. Καρδαμ.) ἀντερόγλεισι Ἀθῆν. Θρᾴκ. (Καλαμ.) Πελοπν. (Ἀρκαδ. Βούρβουρ. κ.ἀ.) ἀντερόγλεισα Πελοπν. (Μεσσ.) ἀdερόγλεισα Πελοπν. (Λακων.) ἀdερόγλειζα Πελοπν. (Λακων.)

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. ἄντερο καὶ *ἔγκλεισι. Κατὰ ΒΦάβην ἐν Ἀθηνᾷ. 45 (1933) 361 κἑξ. ἐκ τοῦ ἄντερο καὶ γλῖσα , ὃ ἐκ τοῦ κνῖσα. Περὶ τοῦ γλ πβ. *ἄγκλησι-ἄγλησι, ἀγκλιˬὰ-ἀγλιˬά, ἀγκλούπα-ἀγλούπα κττ.

Σημασιολογία

1) Ἡ πτυχὴ τοῦ περιτοναίου ἐκ δύο πετάλων, τὰ ὁποῖα περικλείουν μεταξὺ αὐτῶν τὰ ἀγγεῖα καὶ νεῦρα τοῦ ἐντέρου καὶ λίπος, τὸ μεσεντέριον Ἀθῆν. Πελοπν. (Ἀρκαδ. Βουρβουρ. κ.ἀ.) β) Τὸ λίπος τῶν ἐντέρων Θρᾴκ. (Καλαμ.) Πελοπν. (Λακων. Μεσσ.): Λε͜ιώνουμε τὲς ἀντερόγλεισες Μεσσ. Τὴν ἀντερόγλεισι τὴν ἀνελοῦν καὶ γίνεται λίγδα Καλαμ. 2) Τὸ πάγκρεας Πελοπν. (Κάμπος Λακων. Καρδαμ.)

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/