ἀρχιγιˬαγλέτες

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀρχιγιˬαγλέτες

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἀρχιγιˬαγλέτες ὁ, Θηλ. ἀριγιˬαγλέτσα Πόντ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἀρχι- καὶ τοῦ Τουρκ. yaylâ (θερινὴ νομή).

Σημασιολογία

Θηλ. ἡ πρώτη, ἡ ἐξέχουσα τῶν πρεσβυτίδων γυναικῶν, αἱ ὁποῖαι ἐπιμελοῦνται τῶν ζῴων εἰς τὰ παρχάρια, ἤτοι τὰς θερινὰς νομάς: ᾎσμ. Γουρπάν᾿ τσ᾿ ἐσὺ ᾿κοδέσπαινα καὶ ἀριγιˬαγλέτσα! (θῦμα σου ἐνν. νὰ γίνω οἰκοδέσποινα κτλ.)

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/