βαβαλάκιν

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

βαβαλάκιν

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

βαβαλάκιν τό, Σύμ.

Ετυμολογία

Ὑποκορ. τοῦ οὐσ. βαβάλιν.

Σημασιολογία

1) Μικρὸν φέρετρον: Βαβαλάκιν τοῦ Χριστοῦ (τὸ μικρὸν κουβούκλιον εἰς τὸ ὁποῖον τίθεται καὶ περιφέρεται τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ τὴν νύκτα τῆς Μ. Παρασκευῆς). 2) Παιδιὰ καθ’ ἣν δύο παιδία συμπλέκουν τὰς χεῖρας καὶ περιφέρουν ἐπ᾿ αὐτῶν καθήμενον τρίτον παίκτην.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/