γαλανάδα (Ι)
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γαλανάδα (Ι)
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
γαλανάδα (Ι) ἡ, Κεφαλλ. - ΑΤανάγρ. Ἄγγελ. ἐξολοθρ. 305 - Λεξ. Αἰν. Βλαστ. 348.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. γαλανός (ΙΙ) καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -άδα (Ι).
Σημασιολογία
Ἡ ἰδιότης τοῦ γαλανοῦ, τὸ γαλανὸν χρῶμα ἔνθ’ ἀν.: Τὴ γαλανάδα τῆς λίμνης ΑΤανάγρ. ἔνθ’ ἀν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA