γαλανόβαθος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γαλανόβαθος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
γαλανόβαθος ἐπίθ. ΔΒουτυρ. Μὲς ᾿ς τοὺς ἀνθρωποφ. 103.
Ετυμολογία
᾿Εκ τῶν ἐπιθ. γαλανὸς (Ι) καὶ βαθύς.
Σημασιολογία
Ὁ γαλανὸς καὶ βαθύς: Πέρα εἶδε τὴ θάλασσα ἥσυχη ν᾽ ἀπλώνεται... καὶ ὅλα ἤτανε γαλανὰ καὶ γαλανόβαθα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA