γαλανοφρύδης

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γαλανοφρύδης

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

γαλανοφρύδης ἐπίθ. ΚΠαλαμ. ’Ασάλ. ζωὴ2 49.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. γαλανὸς (Ι), τοῦ οὐσ. φρύδι καὶ τῆς καταλ. -ης.

Σημασιολογία

Ὁ οἱονεὶ ἔχων φρύδια γαλανά, γαλανόφθαλμος (ὁ σχηματισμὸς τῆς λ. κατ' ἐπίδρασιν τοῦ γαλανομμάτης): Ποίημ. Γῦρο ἀπὸ πιˬοτὰ μελίχρυσα μεθᾶν ξωτικὲς γαλανοφρύδες.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/