ἀντιβράζω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀντιβράζω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀντιβράζω Κάρπ.
Ετυμολογία
Ἐκ τῆς προθ. ἀντὶ καὶ τοῦ ρ. βράζω.
Σημασιολογία
Βράζω ἐκ δευτέρου: Φαεῖ ἀντιβρασμένο. Συνών. ξαναβράζω.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA