βαγονεˬὰ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βαγονεˬὰ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
βαγονεˬὰ ἡ, σύνηθ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. βαγόνι καὶ τῆς καταλ. –εˬά.
Σημασιολογία
Ποσότης ὅσην χωρεῖ ἓν βαγόνι: Μιˬὰ βαγονεˬὰ σ’τάρι.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA