γιδολόγι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γιδολόγι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
γιδολόγι τό, ἐνιαχ. ’δουλόι Θεσσ. (Μαυρέλ. Φωτειν.) Μακεδ. (Γήλοφ. Δασοχώρ Δεσκάτ. κ.ἀ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. γίδα ἢ γίδι καὶ τῆς παραγωγ. καταλ. -λόγι, περὶ τῆς ὁπ. βλ. Γ. Χατζιδ., Ἀκαδ. Ἀναγν. 3,305
Σημασιολογία
Γιδολάσι, τὸ ὁπ. βλ., ἔνθ᾽ ἀν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA