γιδόπικο

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γιδόπικο

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

γιδόπικο τό, ἐνιαχ. ’ιδόπ’κου Μακεδ. (Σιάτ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. γίδι, ὅπου καὶ ’ίδι, καὶ τῆς ὑποκορ. καταλ -όπικο, περὶ τῆς ὁπ. βλ. Γ. Χατζιδ. εἰς Ἀθηνᾶν 27 (1917), 215.

Σημασιολογία

Γιδάκι 1, τὸ ὁπ. βλ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/