γαργαλιστὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γαργαλιστὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

γαργαλιστὰ ἐπίρρ. πολλαχ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἀμαρτ. ἐπιθ. γαργαλιστός.

Σημασιολογία

Μὲ ἐλαφρὰς ἐπαφάς, μὲ γαργαλισμούς: Προχωροῦσε τὸ χέρι του γαργαλιστὰ γαργαλιστὰ ’ς τὸ λαιμό τοῦ παιδιˬοῦ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/