ἄσημος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἄσημος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἄσημος ἐπίθ. ἀμάρτ. ἄ’μος Σκῦρ. ἄ’μους Λῆμν. ἄσαμος Κρήτ. ἄσαμο Καλαβρ. (Γαλλικ. Κοντοφ. Χωρίο Ροχούδ.)

Χρονολόγηση

Αρχαίο

Ετυμολογία

Τὸ ἀρχ. ἐπίθ. ἄσημος, παρ’ ὃ καὶ Δωρ. ἄσαμος

Σημασιολογία

Ὁ μὴ φέρων διακριτικὸν σημεῖον, ἐπὶ αἰγῶν καὶ προβάτων Καλαβρ. (Γαλλικ. Κοντοφ. Χωρίο Ροχούδ.) Κρήτ. Λῆμν. Σκῦρ.: Ἄσαμη προβατῖνα Κρήτ. Ἄ’ μου πρόβατου Λῆμν. Τ’ μοναστηριˬοῦ τὰ πράματα ἔναι ἄ’μα Σκῦρ. Αἶgα ἄσαμο Χωρίο Ροχούδ. Συνών. *ἀσήμα͜ιωτος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/