ἄσκατζα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἄσκατζα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἄσκατζα ἐπίρρ. Νάξ. (Ἀπύρανθ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἄσκατζος.
Σημασιολογία
Ἀτέχνως, ἀκόμψως: Δὲ μ' ἀρέσει τὸ bλέξιμο ποῦ κάνεις τοῦ ραμμάτου, ἄσκατζα τό bλέκεις.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA