βαντάκιˬασμα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βαντάκιˬασμα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
βαντάκιˬασμα τό, ΔΛουκοπ. Πῶς ὑφαίν. 13.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ρ. βαντακιˬάζω.
Σημασιολογία
Ὁ σχηματισμὸς εἰς δεσμίδας τοῦ νήματος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA