γοργολαλοῦ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γοργολαλοῦ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

γοργολαλοῦ ἡ, ἐνιαχ. γοργολαοῦ Ἀθἦν. - Δ. Καμπούρογλ., Ἀθηναϊκ. διηγήμ, 158 γοργολαγοῦ Ἀθῆν.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ *γοργολαλῶ.

Σημασιολογία

Ὑβριστικη προσωνυμία γυναικὸς δηλοῦσα την φλύαρον ἔνθ᾽ ἀν.: Σκασμός, λέω σου, γοργολαοῦ... Σοῦ εἶπα ποὺ πάει γιˬὰ δουλε͜ιὰ Δ. Καμπούρογλ., ἔνθ᾽ ἀν.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/