γοργολαχταρῶ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γοργολαχταρῶ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

γοργολαχταρῶ Ν. Καζαντζ., Θεία Κωμωδ., Καθαρτ. 19,80 - Λεξ. Δημητρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιρρ. γοργὰ καὶ τοῦ ρ. λαχταρῶ.

Σημασιολογία

Ποθῶ ἀνυπομόνως, διακαῶς, ζωηρῶς ἔνθ᾽ ἀν.: Ἂν ἔρχεστε ἀπ᾽ τὸ κρίμα σας σωσμένοι καὶ γοργολαχταρᾶτε δρόμο, ἂς εἶναι ἀπόξω πάντα τὸ δεξί σας χέρι.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/