ἀξίνη

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀξίνη

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἀξίνη ἡ, πολλαχ. ἀξίνα Ζάκ Κύθηρ. Πελοπν.(’Ανδρίτσ.᾽Αρκαδ. Λακων. Μεσσ. Τριφυλ.) -Λεξ. Βλαστ. ἀξ ’νά Πάρ. (Λεῦκ.)

Χρονολόγηση

Αρχαία

Ετυμολογία

Τὸ ἀρχ. οὐσ ἀξίνη.

Σημασιολογία

1) Πέλεκυς Ζάκ. Κάλυμν. -Λεξ. Πόππλετ. Βυζ. Ἡ σημ.καὶ ἀρχ. 2) Σκαπάνη πολλαχ. : Φρ. Δουλεύει ἀξίνα! (εἶναι ἁπλοῦς ἐργάτης) Πελοπν. (᾿Αρκαδ.) ᾽Αξίνα καὶ τῶν γονέων! (ἐπὶ ἐπιπονωτάτου βίου) αὐτόθ. ‖ Παροιμ. Ἡ ἀξίνα θέλει κόλο καὶ κομμάτ' ἀπ’ ἄλλο κόλο (τὰ ἐπίπονα ἔργα θέλουν καὶ ἀναλόγους δυνάμεις) ΙΒενιζέλ. Παροιμ.2 93,18.Τέτο͜ιες ἀξίνες δὲν τὲς σέρνει τὸ ποτάμι (τὰ μεγάλα λάθη δὲν συγχωροῦνται) Πελοπν (Μάν.) Ἡ σημ. καὶ μεταγν. Πβ. Φρύνιχ. Σοφιστ. Παρασκ JBekker Anecd Graec. 1,62,9«ἐργαλεῖον, ᾧ σκάπτουσιν, ἤτοι ἄμη ἢ ἀξίνη». Ἡ λ. καὶ ὡς τοπων. Κύθηρ. Πελοπν. (Κορινθ.) Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἀξινάρα 3. 3) Μεταφ. τὸ ρύγχος τοῦ χοίρου (διότι δι᾽ αὐτοῦ σκάπτει τὴν γῆν) Πάρ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/