Ἀξιˬώτικος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

Ἀξιˬώτικος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

Ἀξιˬώτικος ἐπίθ. σύνηθ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐθνικοῦ ὀν. Ἀξιˬώτης, ὃ ἐκ τοῦ Ἀξιˬά<Ναξία<Νάξος.

Σημασιολογία

1) Ὁ προερχόμενος ἐκ Νάξου, ἐπὶ προϊόντων σύνηθ: ᾿Αξιˬώτικες ἐλα͜ιές. ᾽Αξιˬώτικα πορτοκάλιˬα. 2) Εἶδος χοροῦ Λεξ. Βλαστ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/