βαρυ͜αλύχτημα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βαρυ͜αλύχτημα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
βαρυ͜αλύχτημα τό, βαρυˬαλάχτημα ΧΧρηστοβασ. Διαγων. 72.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιθ. βαρὺς καὶ τοῦ οὐσ. ἀλύχτημα.
Σημασιολογία
Βαρεῖα ὑλακή: Ξύπνησε ἀπὸ τὰ βαρυˬαλαχτήματα τῶν σκυλλιˬῶ μὲ μεγάλο κόπο.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA