ἀσπροκίτρινος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀσπροκίτρινος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀσπροκίτρινος ἐπίθ. σύνηθ. ἀσπρουκίτρινους βόρ. ἰδιώμ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν ἐπιθ. ἄσπρος καὶ κίτρινος.

Σημασιολογία

Λευκὸς καὶ κίτρινος, ὠχρόλευκος ἔνθ᾿ ἀν. : Ἔγινε ἀσπροκίτρινος σὰν τὸν ἔδιˬωξες Λεξ. Δημητρ. Τ᾿ ἄσπρα μάτιˬα τῆς ἄρρωστης ἔπαιρναν κἄτι ἀναλαμπές… ἀσπροκίτρινες ΚΧρηστομ. Κερέν. κούκλ. 48. Συνών ἀσπροκρόκινος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/