ἁπαλοκαβούρι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἁπαλοκαβούρι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἁπαλοκαβούρι τό, Κέρκ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. ἁπαλοκάβουρας ἢ ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἁπαλὸς καὶ τοῦ οὐσ. καβούρι.
Σημασιολογία
Μικρὸς ἁπαλοκάβουρας, ὃ ἰδ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA