ἀπανοιξιˬοῦθε
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀπανοιξιˬοῦθε
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἀπανοιξιˬοῦθε ἐπίρρ. ἀμάρτ. ἀπα’ξιˬοῦθι Στερελλ. (Αἰτωλ.) ἀπα’ξοῦθι Στερελλ. (Ἀρτοτ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ τοῦ ἐπιρρ. *ἀνοιξιˬοῦθε.
Σημασιολογία
Ὅταν ἀρχίσῃ ἡ ἄνοιξις: Ἀπα’ξοῦθι θὰ πάῃ τοὺ πιδὶ ᾿ς τοὺ σκουλε͜ιὸ Ἀρτοτ. Ἀπα’ξιοῦθι λουγαριˬάζου νὰ βάλου νὰ σκάψου τ᾽ ἀμπέλι μ᾿ Αἰτωλ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA