ἀπαντιδιˬαβάζω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀπαντιδιˬαβάζω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀπαντιδιˬαβάζω ἀμάρτ. ἀπαντιδβάζω Πόντ. (Χαλδ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ τοῦ ρ. ἀντιδιˬαβάζω.
Σημασιολογία
Ρίπτω: ᾌσμ. Ἔρθεν ἀντάρα καὶ ειμώς, συναργαρὶν χαλάζιν, ἄλλους ψηλὰ ἐκρέμιξεν, ἄλλους ᾽ς σὰ χαμελίας, ἄλλους ἐπεντιδβασεν ᾿πέσ᾿ ᾽ς σὰ τεβορορρίζ. (ἦλθεν ἀντάρα καὶ θύελλα, σφοδρὰ χάλαζα, ἄλλους ἔρριψεν ὑψηλά, ἄλλους χαμηλὰ καὶ ἄλλους ἔρριψεν εἰς τὰς ρίζας τῶν ἐλατῶν).
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA