ἀπανωβάλτης
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀπανωβάλτης
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
ἀπανωβάλτης ὁ, ἀμάρτ. ἀπανωβάρτης Κεφαλλ. –Λεξ. Μπριγκ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ρ. ἀπανωβάλλω, δι’ὃ ἰδ. ἀπανωβάνω.
Σημασιολογία
1) Ὁ γράφων εἰς τὸ βιβλίον τοῦ χρεώστου του περισσότερα τῶν ὀφειλομένων Κεφαλλ.: Εἶναι ἀπανωβάρτης αὐτὸς ὁ ἔμπορος. 2) Ὁ περιπλέκων εἰς ἔριδας, διαβολεύς, ρᾳδιοῦργος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA