ἀπανωγόμαρα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπανωγόμαρα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

ἀπανωγόμαρα ἐπίρρ. Σκῦρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. *ἀπανωγόμαρος ἢ κατ’ εὐθεῖαν ἐκ τοῦ ἐπιρρ. ἀπάνω καὶ τοῦ οὐσ. γομάρι.

Σημασιολογία

Ἐπὶ τοῦ σάγματος καὶ μεταξὺ τῶν ἑκατέρωθεν πλευρικῶν βαρῶν: Φόρτωσε τὸ σατσὶ ἀπανωγόμαρα. Συνών. ἀπανωγόμι 2, ἀπανωσάμαρα, μεσοσάμαρα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/