ἀσπροσκούληκο

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀσπροσκούληκο

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀσπροσκούληκο τό, Π. Δεκάζ. Πατατ. 136 Γ. Σακελλοπ. Ἀνοιξιάτ. γεννήμ. 54.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἄσπρος καὶ τοῦ οὐσ. σκουλῆκι.

Σημασιολογία

Ἡ προνύμφη τοῦ κολεοπτέρου ἐντόμου μηλολόνθης τῆς κοινῆς (melolontha vulgaris) τοῦ γένους τῶν καραβιιδῶν (carabiidae) τῆς τάξεως τῶν κολεοπτέρων (coleoptera) προσβάλλουσα τὰ γεώμηλα καὶ τὸν ἀραβόσιτον.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/