βασκαντούρα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βασκαντούρα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
βασκαντούρα ἡ, Πελοπν. (Παππούλ.) bασκαντούρα Πελοπν. (Μεσσ.) μασκαντούρα Πελοπν. (Παππούλ. Χατζ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ρ. βασκαίνω.
Σημασιολογία
Βασκαντῆρα 3 β, ὃ ἰδ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA