γκιˬουμρουκτσῆς

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γκιˬουμρουκτσῆς

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

γκιˬουμρουκτσῆς ὁ, ἐνιαχ. gιˬουbρουκτσῆς Θρᾴκ. (Ἀδριανούπ.) γιˬουμρουκτσῆς Κύπρ. γιˬουμπρουκτσῆς Ἤπ. (Δωδών.) - Ν. Πολίτ., Παροίμ. 3, 265 gιˬομπρουκτσῆς Λεξ. Γαζ. γιˬουμουρουξῆς Κρήτ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ Τουρκ. gümrükçü = τελώνης. Ὁ τύπ. γιˬουμπρουκτσῆς καὶ εἰς ἔγγρ. τοῦ 1775.

Σημασιολογία

Ὁ τελώνης ἔνθ᾽ ἀν.: Ἐβάλασι dονε γιˬουμουρουξῆ τῆς πόλης Κρήτ. || Παροιμ. Ἀγᾶν ἐζητούσαμε καὶ γιουμπρούκτσῆ εὑρήκαμε (ἐπὶ τοῦ ἑπιδιώκοντος καλόν τι καὶ κακὸν ἀντ᾽ αὐτοῦ πάσχοντος) Ἤπ. (Δωδών.)

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/