γκλαβανώνω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γκλαβανώνω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

γκλαβανώνω ἐνιαχ. gλαβανώνου Μακεδ. (Χαλκιδ.) κλαβανώνου Μακεδ. (Πολύγυρ. Χαλκιδ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. γκλαβανή, παρὰ τὸ ὁπ. καὶ τύπ. κλαβανή.

Σημασιολογία

1) Μετβ., περικλείω ἐμποδίζω ἔνθ᾽ ἀν.: Μᾶς κλαβάνουσι κιˬ αὐτὸς (μᾶς ἐπαρουσιάσθη καὶ αὐτὸς ἀπροόπτως ὡς ἐμπόδιον) Χαλκιδ. 2) Ἀμτβ., ἐπὶ δένδρων, κλήματος, ἀμπέλου, σχηματίζω διὰ τῆς ἀναπτύξεως τοῦ φυλλώματος σκιάδα ἔνθ᾽ ἀν. : Κλαβάνουσι τ᾽ ἀμπέ᾽ - τ᾽ οὐρμά᾽ (=δάσος). Κλαβανουμένου οὑρμά᾽ (σκιερὸν δάσος) Πολύγυρ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/